ἐπιθυμόδειπνος

ἐπιθυμόδειπνος
ἐπιθῡμόδειπνος, ον,
A eager for dinner, Plu.2.726a.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • επιθυμόδειπνος — ἐπιθυμόδειπνος, ον (Α) αυτός που τού αρέσει να παρακάθεται σε δείπνα, ο πρόθυμος για δείπνα. [ΕΤΥΜΟΛ. < επιθυμώ + δείπνος] …   Dictionary of Greek

  • ἐπιθυμοδείπνους — ἐπιθυμόδειπνος eager for dinner masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δείπνο — το και δείπνος, ο (AM δεῑπνον, το και δεῑπνος, ο) 1. το βραδινό φαγητό («κι ανέγνοιος εκοιμούντονε, το δείπνο να χωνέψει» «ἔχουσι γεῡμα θλιβερόν, δεῑπνον ὀνειδισμένον» «χωρεῑν ἐπὶ δεῑπνον») 2. η ώρα τού βραδινού φαγητού (α. «θα γυρίσουμε κατά το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”